Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2012

«Αν» του Χριστόφορου Παπακαλιάτη

  
Ομολογώ ότι δεν το περίμενα, αλλά με εξέπληξε. Ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης, από ό,τι φαίνεται, ήρθε για να μπει δυναμικά στον χώρο του κινηματογράφου. Και αναφέρομαι περισσότερο στη δουλειά του ως σεναριογράφου και σκηνοθέτη παρά ως ηθοποιού. Μια πολύ καλά γυρισμένη ταινία με ένα καλογραμμένο σενάριο. Σε αυτήν παρουσιάζεται η ιστορία του Δημήτρη και της Χριστίνας, μια έντονη ιστορία πάθους και αγάπης στην οποία ανάμεσα μπαίνει το Αν. Τι θα γινόταν Αν ο Δημήτρης εκείνο το βράδυ δεν έβγαινε από το σπίτι του και δεν γνώριζε τη Χριστίνα και τι θα γίνει Αν τη γνωρίσει; Και οι δυο ιστορίες δίνονται άψογα στη μεγάλη οθόνη μην αφήνοντάς σε λεπτό να βαρεθείς. Όλη η ταινία είναι γυρισμένη στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, την Πλάκα, την οποία προβάλλει όσο ομορφότερα γίνεται. Και η μουσική της όμως δεν περνάει σε καμία περίπτωση απαρατήρητη. Jazzy ρυθμοί ξεχωρίζουν και μελωδίες λατέρνας, ενώ μερικά από τα μουσικά κομμάτια που ακούγονται είναι το Blue Jeans της Lana del Rey, το Wildest Moments της Jessie Ware, το In the light της Irene Skylakaki, ενώ το τραγούδι Αν που γράφτηκε ειδικά για την ταινία και ερμηνεύει η Δήμητρα Γαλάνη, την κλείνει απόλυτα ταιριαστά. Στην ταινία πρωταγωνιστούν ο ίδιος ο Παπακαλιάτης και η Μαρίνα Καλογήρου, ενώ ανάμεσα στους υπόλοιπους ηθοποιούς που συμμετέχουν βρίσκονται και η Μάρω Κοντού με τον Γιώργο Κωνσταντίνου (αγαπημένο ζευγάρι από την ελληνική ταινία Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα). Κάποιοι κατηγόρησαν το κόνσεπτ λέγοντας πως ο Παπακαλιάτης ως αρχάριος (και κατά συνέπεια άπειρος), θέλησε σε μια ταινία να χωρέσει πολλά: την οικονομική κρίση, την ανεργία, ένα έντονο πάθος, τη μοντέρνα έκδοση του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, λίγο Χρόνη Μίσσιο, έναν έπαινο προς την Αθήνα. Εμένα δεν με ενόχλησε καθόλου (ίσα ίσα που στο μυαλό μου έπαιξαν όλα τον ρόλο τους για την εξέλιξη της σχέσης μεταξύ των δύο νέων). Η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά στις κινηματογραφικές αίθουσες στις 29 Νοεμβρίου 2012 και μέχρι τώρα έχει κάνει ρεκόρ εισπράξεων. Τι περιμένετε; σπεύστε να τη δείτε! Και δεν το λέω μόνο για να ενισχύσουμε τον ελληνικό κινηματογράφο. Εμένα μου άρεσε. Μόνο μία απορία μου γεννήθηκε: αν ένας τέτοιος έρωτας δεν άντεξε να επιβιώσει, τότε ποιοι έρωτες επιβιώνουν σήμερα;
Α! και κάτι τελευταίο: αν δεν πιστεύετε στη μοίρα, ίσως αυτή τη ταινία σας κάνει να προβληματιστείτε λιγάκι. Ο Παπακαλιάτης πάντως, από ό,τι φαίνεται, πιστεύει (και μάλιστα πολύ).

~Trailer:


 

Λίγα λόγια για τον κινηματογράφο...

Ο κινηματογράφος ή αλλιώς σινεμά αποτελεί σήμερα την αποκαλούμενη και έβδομη τέχνη. Αρχικά εμφανίστηκε περισσότερο ως μια νέα τεχνική καταγραφής της κίνησης και οπτικοποίησής της, όπως δηλώνει και ο ίδιος ο όρος (κινηματογράφος = κίνηση + γραφή). Είναι γενικά δύσκολο να αναδειχθεί ένας μοναδικός εφευρέτης του κινηματογράφου ως τεχνική της κινούμενης εικόνας, τα σημαντικότερα όμως ίσως επιτεύγματα σχετικά με την ανάπτυξη της κινηματογραφικής τεχνικής έγιναν στα τέλη του 1880, με κυριότερο την εφεύρεση του κινητοσκοπίου από τον Ουίλλιαμ Ντίκσον, ο οποίος εργαζόταν στα εργαστήρια του Τόμας Έντισον. Στη Γαλλία, οι αδελφοί Ογκύστ και Λουί Λυμιέρ, βασιζόμενοι στο κινητοσκόπιο των Ντίκσον και Έντισον, εφηύραν τον κινηματογράφο (cinematographe) που αποτελούσε μία φορητή κινηματογραφική μηχανή λήψεως, εκτύπωσης και προβολής του φιλμ. Στις 28 Δεκεμβρίου του 1895 έκαναν και την πρώτη δημόσια προβολή στο Παρίσι. Η ημερομηνία αυτή αναφέρεται από πολλούς ως η επίσημη ημέρα που ο κινηματογράφος με την σημερινή του γνωστή μορφή έκανε την εμφάνισή του. Εκείνη τη δημόσια προβολή παρακολούθησαν συνολικά 35 άτομα επί πληρωμή και προβλήθηκαν δέκα ταινίες συνολικής διάρκειας περίπου δεκαπέντε λεπτών. Οι πρώτες κινηματογραφικές ταινίες ήταν μικρής διάρκειας, παρουσιάζοντας συνήθως στατικά μία σκηνή της καθημερινότητας. Με αφετηρία τις νέες δυνατότητες που αναδείχθηκαν, ο κινηματογράφος μετασχηματίστηκε διεθνώς σε μία δημοφιλή μορφή τέχνης, ενώ παράλληλα πολλοί κινηματογραφικοί χώροι δημιουργήθηκαν με αποκλειστικό σκοπό την προβολή ταινιών. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο κινηματογράφος παρέμενε χωρίς ήχο (βουβός κινηματογράφος) και συχνά οι προβολές ταινιών συνοδεύονταν από ζωντανή μουσική. Η ιστορία του ηχογραφημένου κινηματογραφικού ήχου ξεκίνησε το 1926, όταν η Warner Brothers παρουσίασε μία συσκευή (Vitaphone), η οποία έδινε τη δυνατότητα αναπαραγωγής μουσικής μέσω ενός δίσκου που συγχρονιζόταν με την μηχανή προβολής της ταινίας. Περίπου την ίδια περίοδο με την προσαρμογή του ήχου ξεκίνησαν συστηματικές προσπάθειες για την προσθήκη χρώματος. Έγχρωμες ταινίες είχαν ήδη εμφανιστεί από τις αρχές του 20ου αιώνα, μέσω του χρωματισμού των κινηματογραφικών καρρέ με το χέρι. Αν και μέχρι τη δεκαετία του 1950, η παραγωγή έγχρωμων ταινιών μειοψηφούσε, κατά τη δεκαετία του 1960 και χάρη στην ανάπτυξη της σχετικής τεχνολογίας, ο έγχρωμος κινηματογράφος επικράτησε.
                                                                                                (Πηγή: Βικιπαίδεια)